Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2013

Μια τάξη που αρνείται να υπερασπίσει τον τόπο της, είναι ανάξια να διεκδικήσει εξουσία...

Ένα κείμενο, επίκαιρο όσο ποτέ. Απο το αγαπημένο περιοδικό ΡΗΞΗ, τεύχος 29, έτος 1987.

ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Πάντα η μαρξιστική παράδοση και το αναρχικό κίνημα είχαν μπερδεμένες και περίπλοκες σχέσεις με το εθνικό ζήτημα. Ο δεδομένος διεθνισμός τους σκόνταφτε πάντα σε ζητήματα που έμεναν άλυτα για τη θεωρία. Ο μαρξισμός διακηρύττει πως «οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα», θέση που συμμερίζεται αναρχική παράδοση. Αν αυτή η θέση συνδυαστεί με τη συνακόλουθη θέση «η πάλη των τάξεων είναι ο κινητήρας, το μοναδικό ερμηνευτικό κλειδί στην ανθρώπινη ιστορία», τότε η θέση του εργατικού και επαναστατικού κινήματος απέναντι στα εθνικά ζητήματα θα θεωρούνταν δεδομένη, «το εργατικό κίνημα, η εργατική τάξη, δεν αναγνωρίζει τα εθνικά ζητήματα, επομένως το πλαίσιο της πάλης της είναι πάντα διεθνιστικό και είναι ενάντια σε κάθε εθνικό ζήτημα».Στην πράξη όμως βλέπουμε να αναπτύσσονται πολλαπλές και αποκλίνουσες πρακτικές. Μόνο ελάχιστες ομάδες στην ιστορία του εργατικού κινήματος έμειναν άκαμπτα προσηλωμένες σ' αυτή τη θέση, αντίθετα όλοι οι υπόλοιποι με προεξάρχουσες τις δύο ιερές κεφαλές του μαρξισμού και του αναρχισμού, τον Μαρξ και τον Μπακούνιν, «το ρίξανε στον εθνικισμό». Ο Μαρξ για παραδειγμα υποστήριξε τον Βίσμαρκ στον πόλεμο του ενάντια στον Ναπολέοντα τον Τρίτο το 1870, με το σκεπτικό ότι αυτός ο πόλεμος ήταν προοδευτικός, αφού οδηγούσε στην ενοποίηση της Γερμανίας. Ήταν δε τόσο προοδευτικός πόλεμος, ώστε σε λίγο καιρό ο Βίσμαρκ αφού νίκησε τα στρατεύματα του Ναπολέοντα, εισέβαλε στη Γαλλία, προκαλώντας με μια ακόμα «εθνικιστική έξαρση», των Γάλλων αυτή τη φορά, την πρώτη προλεταριακή διακυβέρνηση στην ιστορία, την Κομμούνα του Παρισιού. Όσο για τον άσπονδο φίλο του τον Μπακούνιν, όχι μόνο συμμετείχε σε αναρίθμητες «εθνικιστικές» συνομωσίες για την «εθνική» απελευθέρωση των Ιταλών και των Πολωνών, αλλά υπήρξε και ένθερμος οπαδός της «εθνικοαμυνίτικης» Κομμούνας. Από τότε η παράδοση βαστάει καλά. Όλοι οι μεγάλοι επαναστάτες ήταν πάντα διεθνιστές, αλλά έβαζαν και λίγο «εθνικισμό» στο κρασί τους. Ακόμα και ο Λένιν που σύνδεσε το όνομά του με την άρνηση του πρώτου ιμπεριαλιστικού πολέμου και αποτέλεσε το υπόδειγμα για όλα τα διεθνιστικά γκρουπούσκουλα, στη συνέχεια υποστήριζε όλα τα εθνικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, ακόμα και υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ στην Τουρκία ή τον Σουν Γιατ Σεν στην Κίνα, γιατί στρέφον στον ιμπεριαλισμό. Όσο για τον Κροπότκιν, το τράβηξε ακόμα περισσότερο επειδή ήταν ενάντια στη συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ, όπως και ο Τρότσκυ έφτασε στο τέλος να υποστηρίζει τους λευκούς, ξεκινώντας από μια θέση «υπεράσπισης της πατρίδας».

Η συνέχεια, η πράξη, δεν άφησε πέτρα πάνω στην πέτρα απ' αυτή την πρωταρχική (ψευδό) «διεθνιστική τοποθέτηση». Στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο το εργατικό και επαναστατικό κίνημα, εκτός από ανάξιες λόγου ομάδες, συντάχτηκε με το ένα στρατόπεδο —και δικαίως. Τέλος με την ανάπτυξη των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων το εθνικό ζήτημα των χωρών του αποικιακού χώρου μεταβλήθηκε σε κεντρικό ζήτημα της επανάστασης —όπως εξάλλου ήταν παντού και πάντα. Όλα τα αντάρτικα σήμερα έχουν πέρα από τους άλλους στόχους τους και «εθνικούς στόχους», είτε κεντρικά όπως στο Κουρδιστάν, στην Παλαιστίνη, στη χώρα των Βάσκων, τη Βόρεια Ιρλανδία, το Αφγανιστάν κ.λπ., είτε όπως στη Λατινική Αμερική και τις Φιλιππίνες που το ταξικό συνδυάζεται με την εθνική πάλη ενάντια στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Το ίδιο το εργατικό κίνημα της Αλληλεγγύης έχει μια έντονη εθνική παράμετρο στην πολιτική του, ενάντια στη ρώσικη κατοχή.

Τι έγινε λοιπόν, τι συνέβη μ’ αυτό το «Βατερλό του διεθνισμού», πως εντάχθηκε στο θεωρητικό ορίζοντα της μαρξιστικής ιδιαίτερα θεωρίας; Αρχικά η συμμετοχή σε εθνικά κινήματα αποδόθηκε στην ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ των κοινωνιών. Μια και η εργατική τάξη βρίσκεται σε χώρες που ακόμα δεν έχουν ολοκληρώσει την εθνικοαστική επανάσταση, είναι υποχρεωμένη να συμμαχεί με άλλες τάξεις –αστική τάξη, αγροτιά, για την πραγματοποίηση της εθνικής ολοκλήρωσης.

Σ’ αυτή την άποψη, του Λένιν π.χ. ή του Στάλιν, στο περιβόητο κείμενο για «το εθνικό ζήτημα» αντιτάχτηκε η «μέχρι τέλος διεθνίστρια» Λούξεμπουργκ, που αρνιόταν την ανάγκη εθνικής απελευθέρωσης της Πολωνίας, γιατί θεωρούσε τα έθνη οπισθοδρόμηση ως προς τις υπερεθνικές αυτοκρατορίες που κατείχαν την Πολωνία! Η Λούξεμπουργκ ήταν η μόνη που «με συνέπεια» υπερασπιζόταν την πρωτογενή «μαρξιστική» θέση. Η πράξη όμως άλλα υπέδειχνε, και ο Λένιν ήταν αρκετά ευέλικτος ώστε να συνδυάσει τη θεωρία με την πραγματικότητα των εθνικών κινημάτων. Το εθνικό ζήτημα λοιπόν γινόταν αποδεκτό, μέσω της θεωρίας της καθυστέρησης. Το προλεταριάτο "δεν έχει πατρίδα", αλλά επειδή έχει η αγροτιά είναι υποχρεωμένο να συμμετέχει στα εθνικά κινήματα. Λένιν, Μάο, Χο τσι Μινχ, έγιναν οι μεγάλοι θεωρητικοί των εθνικο-απελευθερωτικών κινημάτων. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ήρθε να καταστρέψει και την παραδοχή. Η εθνική αντίσταση κηρύχτηκε και σε αναπτυγμένες ζώνες και προλεταριάτο σε χώρες όπως η Γαλλία ή η Βόρεια Ιταλία συμμετείχε αυτοπρόσωπα σ’ αυτήν, όσο δε για το σημερινό εθνικό κίνημα των Βάσκων και της Ιρλανδίας, είναι προλεταριακά κινήματα. Τι γίνεται λοιπόν με τη θεωρία;

Η πρακτική των κινημάτων, λοιπόν, για πάνω από έναν αιώνα ανέτρεπε στην πράξη το αξίωμα «οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα και η θεωρία προσπαθούσε να επιβιώσει με όλων των ειδών τις στρεψοδικίες! Βέβαια δεν μπορούσε να αναγνωρίσει το πολύ απλό και πραγματικό γεγονός: Το γεγονός πως η ταύτιση των ανθρώπων, σε οποιαδήποτε τάξη και αν ανήκουν, με το χώρο που ζουν είναι μια αρχέγονη ακόμα και ενστικτική πραγματικότητα του ανθρώπου, πριν να μεταβληθεί σε κοινωνικο-πολιτιστική και οικονομική, στην οποία παράλληλα με τις ταξικές ή φυλετικές τους αναφορές αγκιστρώνονται οι άνθρωποι. Το εθνικό Γεγονός και η υπεράσπιση της εθνικής υπόστασης, είναι πραγματικότητες που προϋπάρχουν της εμφάνισης και ανάπτυξης του προλεταριάτου. Έτσι και η εργατική τάξη για πολλά χρόνια, όσο ακόμα η παγκόσμια κοινότητα και οι υπερεθνικές ενότητες δεν έχουν αντικαταστήσει τα έθνη σαν σημεία αναγνώρισης και ταυτότητας των ανθρώπων, υπερασπίζεται την εθνική τους υπόσταση, το ίδιο όπως και οι περιβόητοι «αγρότες». Όσο υπάρχει καταπίεση έθνους από έθνος, θα υπάρχουν εθνικά ζητήματα και η εργατική τάξη και το επαναστατικό κίνημα θα υπερασπίζεται το χώρο που ζει. Μόνο μια αφαίρεση θα μπορούσε να κατασκευάσει ένα σχήμα που να ισχυρίζεται πως η εργατική τάξη είναι μια τάξη παγκόσμια που δεν έχει καμία εθνική αναφορά. Η εργατική τάξη μπορεί να είναι μια τάξη παγκόσμια στην προοπτική της, αλλά αναπτύσσεται πάνω στη βάση των υπαρκτών σχηματοποιήσεων και θεσμών, που βγαίνουν από τα βάθη της ιστορίας. Η εργατική τάξη δεν ήταν η χούφτα των διεθνών επαναστατών, που εξόριστοι από την μια χώρα στην άλλη βιάζονταν να ταυτίσουν τη δική τους «ευρωπαϊκή» οπτική με την εργατική τάξη! Εξάλλου ο διεθνισμός τους ήταν καθαρά ευρωποκεντρικός, και μάλιστα επιλεκτικός ακόμα και στα πλαίσια της Ευρώπης. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς αναγνώρισαν το Πολωνικό εθνικό κίνημα ή το Ουγγρικό, αλλά αρνούνταν αυτό το δικαίωμα στους Τσέχους και τους Σλοβάκους —που χαρακτήριζαν «σκόνη» και «απομεινάρια» λαών, ίσως γιατί τους θεωρούσαν ήδη εκγερμανισμένους, και δεν ξέχναγαν πως οι ίδιοι ήταν Γερμανοί. Παράλληλα υπεράσπιζαν την «εκπολιτιστική» δράση των ιμπεριαλιστών σε συγκεκριμένες χώρες του «Τρίτου κόσμου», γιατί έτσι τις ενέτασσαν στην παγκόσμια αγορά! Ή ακόμα αρνούνταν το δικαίωμα στους Βαλκανικούς λαούς και την Ελλάδα να σχηματίσουν εθνικά κράτη, γιατί διαμελιζόταν η Οθωμανική αυτοκρατορία που αποτελούσε αντίβαρο στην τσαρική Ρωσία. Για να μη φτάσουμε στη θέση του Μαρξ που αποκαλούσε ψοφοδεή την Αγγλική κυβέρνηση γιατί δεν επιτίθεται στη Ρωσία! Και στο ότι βέβαια υποστήριζε τους δυτικούς συμμάχους στον Κριμαϊκό πόλεμο!

Θα θεωρούσαμε ηλιθίους τους αναγνώστες αν χρειαζόταν να παραθέσουμε και άλλα στοιχεία. Κατ' αυτό τον τρόπο νοούσαν στην πράξη τον διεθνισμό αυτοί που είχαν ανακαλύψει την διεθνικότητα του προλεταριάτου (sic), γιατί δεν ξεχνούσαν ταυτόχρονα ότι ζούσαν στον πραγματικό κόσμο «εδώ και τώρα» και όχι σε έναν υπερβατικό κόσμο όπου οι μόνες διαφορές των ανθρώπων θα είναι ανάμεσα σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους, χωρίς καμιά άλλη διαφοροποίηση χρώματος, φύλου, έθνους κ.λπ.

Ακριβώς λοιπόν γιατί είμαστε εναλλακτικοί, πάει να πει έχουμε κατανοήσει πως δεν υπάρχει μόνο ένα κλειδί στην ανθρώπινη ιστορία, ακριβώς γιατί έχουμε κατανοήσει πως η πάλη των τάξεων ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ο μοναδικός κινητήρας της παγκόσμιας ιστορίας, για αυτό έχουμε κι αυτή τη θέση για το εθνικό. Μέχρι σήμερα έχουμε ανακαλύψει πως υπάρχουν και άλλοι «κινητήρες» για την παγκόσμια ιστορία. Τέτοιοι, όπως η πάλη του ανθρώπου με τη φύση και η αναζήτηση της υπέρβασης της ανάγκης για επιβίωση, η πάλη ανάμεσα σε άντρα και γυναίκα, η πάλη ανάμεσα στο ένστικτο, το στοιχειακό, το ζωικό από τη μια, και το έλλογο, πολιτισμικό, «ανθρώπινο» στοιχείο απ' την άλλη κλπ. κλπ. Μέσα στην ίδια λογική η εθνική πραγματικότητα υπερβαίνει την ταξική αντιπαράθεση και ταυτόχρονα συναρθρώνεται μαζί της, την υπερκαθορίζει και υπερκαθορίζεται απ' αυτή. Στην εποχή μας, την εποχή που η πυρηνική απειλή και η αντίθεση διευθυντών και διευθυνόμενων υποκαθιστούν —εν μέρει— την ταξική αντίθεση, δεν είναι δυνατό πια να μιλάμε για ένα και μόνο ερμηνευτικό κλειδί, για μια και μόνο υπερκαθορίζουσα αντίθεση. Ένα ολόκληρο σύστημα αντιθέσεων έρχεται να υποκαταστήσει τη θεωρία της μιας αντίθεσης.

Χαρακτηριστικό του εναλλακτικού κινήματος είναι ακριβώς ότι αναγνωρίζει, αποδέχεται και εντάσσει στη λογική του αυτή την πολλαπλότητα των αντιθέσεων. Εναλλακτικό κίνημα σημαίνει αποδοχή της αντίθεσης άντρα-γυναίκας, διευθυντών και διευθυνόμενων, νέων και ώριμων, ανθρώπινης φύσης και βιομηχανικού πολιτισμού, καταπιεζόμενων εθνικά και καταπιεστών, δίπλα στην αντίθεση αστών και προλεταρίων, σε μια πρωτότυπη και ιδιαίτερη συνάρθρωση μεταξύ τους, όπου ανάλογα με τη συγκυρία υπερισχύει το ένα ή το άλλο στοιχείο. Για μας, λοιπόν, το ζήτημα δεν τίθεται πως είμαστε εναλλακτικοί ΠΑΡΑ τη θέση μας που αναγνώριζα την πραγματικότητα των εθνικών προβλημάτων, αλλά αντίστροφα, ακριβώς γιατί είμαστε εναλλακτικοί μπορούμε να κατανοούμε στο βάθος τους τα εθνικά προβλήματα, όχι από μια σοβινιστική και ξενόφοβη σκοπιά, αλλά από μια σκοπιά προοδευτικής ενσωμάτωσης των εθνικών ιδιαιτεροτήτων σε έναν πολυπολιτισμικό κόσμο. Ακριβώς γιατί είμαστε εναλλακτικοί κατανοούμε πως η οικοδόμηση μιας παγκόσμιας κουλτούρας δεν θα πραγματοποιηθεί πάνω στη βάση της κυριαρχίας μιας και μόνο κουλτούρας, αλλά μέσα από τη σύνθεση και την επιμονή των ιδιαιτεροτήτων. Ένας κόσμος ισοπεδωμένος χωρίς τοπικές, εθνικές, φυλετικές ιδιαιτερότητες, χωρίς διαφορές ανάμεσα στα φύλα, δεν έχει και καμιά σχέση με το όραμά μας. Η παγκοσμιότητα που οραματιζόμαστε, είναι η παγκοσμιότητα μέσα στη διαφορά και όχι ένα ισοπεδωτικό παγκόσμιο μέγα κράτος. Αυτή η εκδοχή της παγκόσμιας ενοποίησης, η εικόνα της κόκα-κόλα, της ΙΒΜ ή της σοβιετικής υπερδύναμης, όπου ο κόσμος κυριαρχείται από ένα αδιαφοροποίητο κύμα εμπορευμάτων ή έναν παγκόσμιο ολοκληρωτισμό, απορρίφθηκε από το εναλλακτικό κίνημα που κριτίκαρε το ίδιο το παρελθόν του επαναστατικού κινήματος και απέρριψε την ίδια την αντίληψη της μιας και μοναδικής διαφοράς, κατά συνέπεια του ενός και μοναδικού κόμματος, του ενός και μοναδικού κράτους, του ενός και μοναδικού οργουελιανού κόσμου!

Η πολλαπλότητα των αντιθέσεων, επομένως η πολλαπλότητα των υποκειμένων και η αντίληψη ενός πλουραλιστικού κόσμου, είναι η νέα αντίληψη για την παγκοσμιότητα και την παγκόσμια κοινότητα που φέρνει το εναλλακτικό κίνημα. Ένα κίνημα που ενάντια στον δογματικό μαρξισμό αναγνώρισε στην Αμερική το δικαίωμα των μαύρων, με βάση τη φυλετική τους ταυτότητα, για ένα αυτόνομο κίνημα, το ίδιο κίνημα που αναγνώρισε το δικαίωμα των γυναικών ή των νέων στην αυτονομία, το κίνημα που αναγνώρισε την οντολογική διάσταση του οικολογικού κινήματος, το κίνημα που στήριξε σε όλο τον κόσμο τα δίκαια εθνικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, το κίνημα που δεν διεκδικεί ούτε οραματίζεται έναν κόσμο μιας μεγαλούπολης και μόνο, έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι επικοινωνούν μέσα σε αποστειρωμένα υπερηχητικά τζετ, αλλά έναν κόσμο με μικρότερες και λιγότερο απρόσωπες μονάδες εργασίας και κατοικίας, έναν κόσμο που διαφυλάσσει τις ιδιαιτερότητες των μειονοτήτων, του ζωικού και φυτικού βασιλείου και της φύσης. Να λοιπόν τι σήμανε και πώς οικοδομήθηκε το εναλλακτικό κίνημα. Πώς λοιπόν μέσα σ' αυτήν την οπτική οι ΕΛΛΗΝΕΣ εναλλακτικοί θα μπορούσαν να αρνηθούν την πραγματικότητα των εθνικών προβλημάτων και τη συνάρθρωσή τους με όλα τα υπόλοιπα προβλήματα και αντιθέσεις;
 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου