Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Η Αριστερά, η Δεξιά και η Γερμανία


Η Αριστερά, η Δεξιά και η Γερμανία

Κείμενο: Παναγιώτης Κονδύλης
αποσπάσματα*
[...] Οι μεν εξακολουθούν να θεωρούν εαυτούς “αριστερούς”, παρόλο που, συγχρόνως, διεκδικούν την κληρονομιά του “πραγματικού φιλελευθερισμού”, δηλώνοντας έτσι απλώς – και άθελά τους - την προσαρμογή τους στην πραγματικότητα της δυτικής μαζικής δημοκρατίας. Οι δε  διαφοροποιούνται προσκολλώμενοι στο φάντασμα ενός “συντηρητισμού” ο οποίος έχει πεθάνει προ πολλού και τον οποίον καμία “συντηρητική επανάσταση” δεν πρόκειται να αναστήσει. Βέβαια η επίκληση της “επανάστασης” διανοίγει καινοφανείς δυνατότητες χαλαρών συμμαχιών με δυνάμεις που δεν αυτοχαρακτηρίζονται “συντηρητικές” αλλά “εθνικές” ή “αντιδυτικές”  [...]

Foundation of the German Empire in Versailles, 1871. Bismarck is at the centre in a white uniformΗ Δύση δεν υπάρχει πια. “Δύση” ήταν το αντικομμουνιστικό στρατόπεδο (διαφορετικά Ιαπωνία και Ν. Κορέα δεν θα ανήκαν στη “Δύση”). Οσοι – και κυρίως οι κοσμοπολίτες “αριστεροί” – θεωρούν ότι η συνοχή της Δύσης στηρίζεται απλώς στις κοινές της αξίες είναι πολιτικά και ιστορικά αφελείς. Οι κοινές αξίες καθεαυτές δεν δημιουργούν κοινά συμφέροντα – το αντίθετο, ναι, μπορεί να συμβεί – ούτε εμπόδισαν ποτέ τις αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ χριστιανικών ή φιλελεύθερων λαών. Το πολιτικά σημαντικό ερώτημα είναι: τι  εννοούμε όταν λέμε δυτικός προσανατολισμός και τι μπορεί να σημαίνει  δυτικός προσανατολισμός για τη Γερμανία αν η Δύση διασπαστεί και η Γερμανία χρειαστεί να επιλέξει πχ μεταξύ ενός ευρωπαϊκού χώρου και της φιλίας με τις ΗΠΑ ή, αντίστροφα, εάν η ευρωπαϊκή ενοποίηση γίνει υπό προϋποθέσεις που η πλειονότητα του γερμανικού λαού θα απέρριπτε;  Διότι η ώρα της αλήθειας θα σημάνει όταν θα χρειαστεί να γίνει κατανομή όχι πλέον των ωφελημάτων της ευημερίας αλλά του παθητικού και των χρεών.[...]
Η γερμανική κοσμοπολίτικη “αριστερά”, σε συμμαχία πλέον με τις πολυεθνικές, διακηρύττει το ξεπέρασμα του εθνικισμού [...]
Η επιβίωση της Ευρώπης δεν είναι τόσο αυτονόητη όσο νομίζουν μερικοί. Ο Γερμανός “δεξιός” μπορεί να μην χωνεύει τους Αγγλους ή τους Γάλλους, ενδέχεται όμως να χωνεύει ακόμη λιγότερο τους Κινέζους. Η εθνικιστική “δεξιά” σκέψη τείνει στην ομφαλοσκόπηση παραμελώντας την πλανητική διάσταση. Το στρατηγικό ζήτημα όμως είναι: Τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά κράτη θα αποτελέσουν, είτε μέσω συναίνεσης είτε μέσω αμοιβαίων παραχωρήσεων, μία πολιτική ενότητα που θα λειτουργεί αποτελεσματικά ή θα χρειαστεί η ντε φάκτο ηγεμονία ενός έθνους – κάτι που θα ήταν προτιμότερο από το να βουλιάξουν όλοι μαζί; Στην πρώτη περίπτωση η γερμανική εθνικιστική “δεξιά” θα πρέπει να επανεξετάσει τη στάση της έναντι των Αγγλών και των Γάλλων. Στη δεύτερη περίπτωση θα πρέπει να υπερβεί τη μνησικακία του ηττημένου έναντι των Αμερικανών. Διότι όσο οι ΗΠΑ παραμένουν η μοναδική ουσιαστικά πλανητική δύναμη, η υποστήριξή τους για την επίτευξη της [γερμανικής] ηγεμονίας [στην Ευρώπη] είναι απαραίτητη.
Μια τρίτη εντούτοις προοπτική μου φαίνεται πιθανότερη για το εγγύς μέλλον: η διελκυστίνδα μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνών συνεχίζεται υπό το σύνθημα ”ο σώζων εαυτόν σωθήτω” και αναζωογονούνται παλαιοί συσχετισμοί δυνάμεων προς ικανοποίησιν της εθνικιστικής “δεξιάς”. Βέβαια η πλανητική σημασία και η ένταση αυτών των παιχνιδιών θα είναι πολύ μικρότερη από ότι στο παρελθόν. Και ο επαρχιωτισμός της εθνικιστικής “δεξιάς” θα ήταν απλώς η αντεστραμμένη όψη της κοσμοπολίτικης ελαφρότητας της “αριστεράς”. Και οι δύο δεν μπορούν ούτε να θέσουν ούτε να απαντήσουν στο ερώτημα: υπό τις σημερινές συνθήκες στην Ευρώπη, ποια πλανητική πολιτική οντότητα είναι βιώσιμη;  Και το ερώτημα αυτό τίθεται ανεξάρτητα από το πώς αξιολογεί κάποιος το μέλλον και την αναγκαιότητα του εθνικού κράτους.

Ανδημοσίευση απο : http://eranistis.net/wordpress/2013/08/01/%CE%B7-%CE%B1%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AC-%CE%B7-%CE%B4%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CE%AC-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B3%CE%B5%CF%81%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1/
 

ΠΗΓΗ: Πρωτότυπο: P. Kondylis, Die Rechte, die Linke und Deutschland (1994) [in: P. Kondylis, Das Politische im 20. Jahrhundert. Manutius Verlag, Heidelberg 2001]. Μετάφραση: σ.μ., http://kondylis.wordpress.com/2010/02/26/de/

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

ΜΕΝΩ ή ΦΕΥΓΩ;

                                Το δίλημμα των καιρών, μηχανισμός της εξουσίας


O ιστορικός Κωστής Μοσκώφ, περιέγραφε πως η ιστορική πορεία διαμόρφωσης του Ελληνισμού, χαρακτηρίστηκε από  έναν  συλλογικό  μηχανισμό αντιμετώπισης των περιόδων κρίσης.
Οι Έλληνες είτε ανέβαιναν στο βουνό, επιβιώνοντας στις ορεινές κοινότητες ή γίνονταν αντάρτες, είτε έφευγαν στο εξωτερικό, ζητώντας διέξοδο στην μετανάστευση, δημιουργώντας παροικίες.  Άλλωστε ας θυμηθούμε το δίπολο με το οποίο μεγαλώσαμε και το οποίο αναφερόταν τόσο στου «Διγενή τα κάστρα»,τις ορεινές αυτόνομες κοινότητες, την κλεφτουριά και τους αντάρτες, όσο και τον ελληνισμό της διασποράς  ή τους «άξιους» Έλληνες που διέπρεψαν στο εξωτερικό, επειδή η «μίζερη» Ελλάδα, δεν τους έδινε την δυνατότητα αυτή. Ξέχωρα, από τις ιδεολογικές καταβολές  των δυο πλευρών, η ιστορία του Ελληνισμού, μοιάζει να δικαιώνει τον Μοσκώφ.

Τολμώντας να διευρύνουμε τη θέση του, θα λέγαμε πως αναφερόταν,  σε μια μορφή συλλογικού ασυνειδήτου συνέχειας  του  κάθε λαού, που διαμορφώνεται  σύμφωνα με τη γεωγραφική του θέση, την γεωμορφολογία του εδάφους, τους υλικούς και ιστορικούς όρους γέννησής του, την ψυχοσύνθεση , τον τρόπο παραγωγής, την μυθιστορία και τις παραδόσεις τους, κ.α.  
Ας προσέξουμε άλλωστε, το πως διαφορετικοί πολιτισμοί (είτε ως έθνη, είτε ως λαοί, είτε ως κρατικές οντότητες, κλπ)  διαμορφώνονται στο διάβα της ιστορίας τους με διαφορετικούς φαντασιακούς συλλογισμούς.
 Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, πως ο νέο-αμερικανικός ιμπεριαλισμός(πολιτικός ή οικονομικός),  συνδεόταν με την τάση επέκτασης  και κατάκτησης, η οποία ιστορικά έχει τις ρίζες του στις τεράστιες εκτάσεις που έπρεπε να κατακτήσουν οι αποικιοκράτες, για να ξαναθυμηθούμε το «Πως κατακτήθηκε η Δύση»Αντίστοιχα, κάποιοι πολιτισμοί έχουν μια περισσότερο κυκλική και όχι γραμμική φιλοσοφία, τόσο στους πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς όσο και στην καθημερινότητά τους ( Κινέζοι, Ιάπωνες, κ.α). Επίσης,  πρώην αχανείς δεσποτικές αυτοκρατορίες  είχαν μια συγκεντρωτική τάση ανάπτυξης, που επηρέαζαν ακόμα και επαναστατικές απόπειρες στην ιστορία (Ρωσία, Κίνα, κ.α).

Στην περίοδο που ζούμε, ο ταξικός  νέο-αποικισμός  της χώρας μας και η επίθεση  του κράτους στα 2/3 της κοινωνίας,  έχει ενεργοποιήσει τον ίδιο μηχανισμό επιβίωσης.  Συχνά, παίρνει την μορφή διλλήματος: Μένω ή Φεύγω;  και τροφοδοτεί  την ανάλυση της κρίσης και την αντίσταση σ’αυτήν, με νέα δεδομένα, τόσο πολιτικά όσο και ανθρωπολογικά.
Πολλές κινήσεις που ξεπηδούν από διαφορετικές μορφές της Αριστεράς, ορθώς διατυπώνουν το παραπάνω  ερώτημα, εφόσον η μετανάστευση χιλιάδων νέων(φτάνουν περίπου τους 200.000, τα τελευταία τρία χρόνια), εξειδικευμένων επιστημόνων ή μεμονωμένων ανθρώπων και οικογενειών  που βιώνουν οικονομικό αδιέξοδο,  εντάσσεται στον διεθνή ταξικό καταμερισμό του κεφαλαίου και  τη νέα αποικιοκρατία που συνεπάγεται.

Το άγγιγμα του θέματος, είναι  πολύ λεπτό και συναισθηματικά «εύφλεκτο», όπως όλα τα ζητήματα που συνυπάρχουν η προσωπική επιβίωση και η ανάγκη για συλλογικό όραμα.  
Πάντως η τεράστια έκταση του θέματος, δικαιώνει γνώστες τόσο της Αποικιοκρατίας και των εθνικοταξικών  απελευθερωτικών κινημάτων, όπως ο Φραντς Φανόν,  ή του Ιμπεριαλισμού, όπως ο Μαρξιστής οικονομολόγος Τζέημς Πέτρας  ή  ο ιστορικός Νίκος Ψυρούκης. 
Η Ελλάδα, αντιμετωπίζει μια πολλαπλή κρίση, που εκφράζεται και μέσω μιας νέας αποικιοκρατίας από τις καπιταλιστικά κυρίαρχες χώρες του Κέντρου, προεξάρχουσας της Γερμανίας, στην παρούσα  συγκυρία.  Το ζήτημα της κρίσης δεν εξαντλείται σε αυτό, όμως δεν παύει να είναι μια από τις πιο καθοριστικές πλευρές της.

Η αναμέτρηση με την παράδοση της «επιβίωσης» μας ως λαού:  «αντάρτης» ή «μέτοικος», παραμένει πάντα μια προσωπική απόφαση και επιλογή, που σίγουρα θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό στην κάθε περίπτωση.

Είναι  χρήσιμο όμως να δούμε κάποιες ποιοτικές αλλαγές,  που έχουν συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στο ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο  και φωτίζουν από άλλες οπτικές γωνίες το ζήτημα.

1.      Το παραπάνω δίλημμα της ελληνικής κρίσης και κατ’επέκταση και η μετανάστευση, εντάσσεται μέσα στο συνολικότερο πλαίσιο της «φιλελεύθερης» παγκοσμιοποίησης, η οποία ξεκίνησε με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού.   Η ιδεολογική κυριαρχία του μονοπολικού, ομογενοποιημένου κόσμου, εκφράστηκε τόσο από τα δεξιά, όσο και από τα αριστερά.

Η ιμπεριαλιστική και ταξικά, νεοφιλελεύθερη, «ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων και ανθρώπων», συνηχούσε με τις μεταμοντέρνες «αριστερές» διακηρύξεις περί «πολιτών του κόσμου»,  «ατομικών»  δικαιωμάτων,  «παγκόσμιας πατρίδας», κλπ, κλπ , έστω και αν έπαιρναν, αρχικά, μορφές  ενάντια στην παγκοσμιοποίηση. 

2.      Το ιδεολογικό έδαφος, για την μετακίνηση πληθυσμών, είχε στρωθεί. Δεν έχει σημασία ο τόπος, αλλά το μετακινούμενο άτομο.  Η πολυσύνθετη έννοια της πατρίδας ή η σημαντικότητα του γενέθλιου εδάφους, σχετικοποιείται και αποδυναμώνεται. Ουσιαστικό είναι  το αέναο «ταξίδι» της προσωπικής επιβίωσης ή επιτυχίας, όπου γής, οπότε είναι ασήμαντη πια η υπεράσπιση της πατρίδας και του τόπου, ακόμα και ως προυπόθεση για την ταξική ή «οντολογική» απελευθέρωση του ανθρώπου. Σημαντική, είναι  η «εξαγωγή» της καταξίωσης ή της ταξικής απελευθέρωσης, σε καθαρά προσωπικό και α-εθνικό επίπεδο.

3.      Η τεράστια αυτή πλανητική αλλαγή, επηρέασε και την αντίσταση των λαών, καθώς ελάχιστα αυθεντικά λαϊκά αντάρτικα, εκφράστηκαν την τελευταία δεκαετία, σε σχέση με τα χρόνια του ’60 και του ΄70. Τότε τα δυτικά κινήματα αμφισβήτησης, αναφέρονταν και στον αγώνα των γηγενών πληθυσμών που έμεναν να αντισταθούν στον τόπο τους.  Στις μέρες μας,  «επαναστατικό» υποκείμενο, είναι πια όσοι φεύγουν, μεταναστεύουν (στο πλαίσιο αυτό, ταυτίζεται η έννοια του πρόσφυγα με τον οικονομικό μετανάστη, κάτι το οποίο έχει διαφορετικές αφετηρίες και προσδιορισμούς)

Η μεταμοντέρνα σχετικότητα των εννοιών «πατρίδα», «τόπος», «πολιτισμός», «αντίσταση»,  μαζί με την ηγεμονία των «Δυτικών ιδεών» και του καπιταλισμού, ωθεί ανθρώπους να διοχετεύουν τεράστια  ποσά για την μετανάστευσή τους και όχι για την οργάνωση πατριωτικών και λαϊκών κινημάτων αντίστασης, από τους λαούς του τρίτου κόσμου.

Επιπλέον, σε αντίθεση με την παλιά μετανάστευση, όπου οι κοινότητες των μεταναστών, οργάνωναν «αντιστασιακό» αγώνα, καμπάνιες, κ.α, για την απελευθέρωση της πατρίδας τους, στις νέες συνθήκες, οι κινητοποιήσεις τους  αναφέρονται σχεδόν αποκλειστικά , στις συνθήκες της χώρας υποδοχής.
Η ποιοτική αυτή διαφορά, δείχνει την νίκη του εκσυγχρονιστικού μηδενισμού – όπως περιέγραφε ο Νίκος Ψυρούκης – πάνω σε έννοιες όπως, η τάξη, η πατρίδα, ο αντι-ιμπεριαλισμός, η εθνική απελευθέρωση, κ.α.

4.      Η ταξική απάντηση του κεφαλαίου στην εργατική τάξη και τις κατακτήσεις της, ιδιαίτερα στον δυτικά αναπτυγμένο κόσμο,  εκφράστηκε και μέσω της τεράστιας μετανάστευσης πληθυσμών.  Είναι χαρακτηριστικό, ότι ο Μπλέρ και οι επιτελείς του, μιλούσαν για την ανάγκη να εισαχθούν ξένοι εργάτες (εκτεθειμένοι βέβαια, στην εργοδοτική χειραγώγηση και εκμετάλλευση) προκειμένου να «σπάσει η εσωτερική ακαμψία της εργατικής τάξης», καθώς θεωρούσαν πως ο μισθός ήταν άκαμπτος και έπρεπε να γίνει ελαστικός.

Το κεφάλαιο απαντούσε, μέσω της παγκοσμιοποίησης στα προβλήματα κερδοφορίας του. Παράλληλα, έπρεπε να κρατάει ανοικτή την συνεχόμενη ροή μεταναστών, ώστε να υπάρχει πάντα μια βάση εργαζομένων που ρίχνει συνεχώς τα μεροκάματα και το κόστος εργασίας, εφόσον θα δουλεύει με οποιοδήποτε τίμημα. Έτσι, ακόμα και οι παλιότεροι μετανάστες, που αποκτούσαν δικαιώματα, γρήγορα θα έρχονταν αντιμέτωποι με νέους πιο φθηνούς εργαζόμενους.


5.      Στο ίδιο ιδεολογικό πλαίσιο, εντάσσεται και η αποψίλωση των εξαρτημένων – όπως η Ελλάδα – χωρών, από τους νέους τους, που αποτελούν ένα υψηλά εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό.                                                                                         Βέβαια, ανάμεσα στους νέους που φεύγουν υπάρχουν αυτοί που το στοίχημα της επιστροφής είναι διαρκές και συνδέεται με την ελπίδα μιας «αναγέννησης» της χώρας και αυτοί που «σαν έτοιμοι από καιρό»,  παγκοσμιοποιημένοι  «επιστήμονες», λοιδορούν την κατάντια της Ελλάδας και αν ποτέ γυρίσουν, αυτοί ή τα παιδιά τους, θα είναι οι «νέοι Μαυροκορδάτοι» ή οι νέοι προνομιούχοι γιάπηδες της πολιτικής και της οικονομίας.

Το σίγουρο είναι πως πέρα από την υλική ανάγκη του καθενός που είναι υπαρκτή και σεβαστή, ή τις προσωπικές αξίες που διαμορφώνει, μόνο ένας νέος  «ριζοσπαστικός και προοδευτικός πατριωτισμός» θα οδηγούσε σε συλλογικές δράσεις και πολιτικές, τέτοιες που θα έκανε τους πιθανούς μέτοικους να μείνουν και να αγωνιστούν για την «Ελλάδα που χάνεται». 
Θεωρώ πως ένας τέτοιος νέος πατριωτισμός, θα υπερβαίνει τον διαχωρισμός Αριστερά - Δεξιά, με το νόημα που τον γνωρίσαμε, αλλά θα είναι από "αριστερά", υπό την έννοια, ότι είναι ενάντια στον καπιταλισμό και τις αξίες του. 
Δεν είναι τυχαίο πως ελάχιστη μετανάστευση, συναντάμε στη Χώρα των Βάσκων, όπου οι πολίτες αυτο-οργανώνονται με κοινοτικούς και συνεταιριστικούς θεσμούς, στην Βορ. Ιρλανδία, ή σε χώρες της Λατινικής Αμερικής. Σε τόπους, δηλαδή που το εθνικό και το ταξικό ζήτημα, είναι αλληλένδετα και βρίσκονται σε άμεση συνεξάρτηση. Στην Ελλάδα, το ζητούμενο είναι να το καταλάβει και η όποια "αριστερή πρόταση" θέλει να αποκαλείται ριζοσπαστική. 


                                                                                                             Δημ. Ναπ. Γιαννάτος


Πολλά ευχαριστώ στους: 




















KΩΣΤΗ ΜΟΣΚΩΦ : http://genesis.ee.auth.gr/dimakis/odpan/opan118/odpanos118.htm



















Φραντς Φανόν :  http://en.wikipedia.org/wiki/Frantz_Fanon

















Τζέιμς Πέτρας : http://en.wikipedia.org/wiki/James_Petras 


 


  











Νίκο Ψυρρούκη : http://www.protoporia.gr/author_info.php?authors_id=907812
                             : http://www.sepen.gr/files/78.pdf

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Ένας ακόμα Χειμώνας Κοντράτιεφ;

του Σπύρου Μάνδρου

Τί είδους κρίση είναι η κρίση που βιώνουμε; Η απάντηση σ’αυτό το ερώτημα δεν είναι ούτε άσκοπη ούτε έχει φιλολογικό χαρακτήρα. Απ’την ορθότητά της εξαρτάται η βασική μας στρατηγική επιβίωσης – τόσο η ατομική/οικογενειακή όσο και η συλλογική. Γιατί άλλο πράγμα είναι μια ακόμα κυκλική κρίση του καπιταλισμού και τελείως άλλο πράγμα αν αυτό που συμβαίνει είναι κάτι βαθύτερο, σκοτεινότερο και μονιμότερο – τί άραγε; Η κάθε απάντηση επιβάλλει εντελώς διαφορετικά μέτρα, απαιτεί ριζικά διαφορετικές πολιτικές.


Μια κυκλική κρίση είναι εξ ορισμού πεπερασμένη χρονικά. Κάποια στιγμή η κρίση τελειώνει κι αρχίζει η οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη. Τουλάχιστον έτσι γινόταν μέχρι τώρα τους τελευταίους δύο αιώνες – σε βαθμό που οι κρίσεις θεωρούνται φυσικές στην καπιταλιστική οικονομία, εγγενές στοιχείο του συστήματος. Έτσι και η παρούσα κρίση θα μπορούσε να θεωρηθεί προσωρινή, μια ατυχής στιγμή του καπιταλισμού, μια φυσική κι αναπόφευκτη αναποδιά που σύντομα θα παρέλθει. Και τότε όλοι μαζί, δυναμωμένοι από τις σημερινές δοκιμασίες, θα επιστρέψουμε στην προτεραία οικονομική, κοινωνική και πολιτική κατάσταση και θα μπορούμε να δανειζόμαστε, να δανειζόμαστε, να δανειζόμαστε και να καταναλώνουμε, να καταναλώνουμε, να καταναλώνουμε… Αυτό προσπαθούν να μας πείσουν πως θα συμβεί οι κυβερνήσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι ΗΠΑ, το ΔΝΤ, οι G20 και κάθε πράκτορας και πρακτοράκι της διεθνοτραπεζικής αυτοκρατορίας. Όλοι ποντάρουν σε μια κυκλική κρίση του καπιταλισμού, σε ένα ακόμα κύμα Κοντράτιεφ. Είναι όμως έτσι;

Τι είναι τα κύματα Κοντράτιεφ

Νικολάι Κοντράτιεφ
Τα κύματα Κοντράτιεφ, που λέγονται επίσης υπερκύματα, μακρά κύματα, κύματα Κ ή μεγάλοι οικονομικοί κύκλοι, είναι σιγμοειδείς καμπύλες που υποτίθεται ότι περιγράφουν την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Οι κύκλοι αυτοί διαρκούν κατά μέσο όρο 50 χρόνια (στην πραγματικότητα από 40 έως 60) και απαρτίζονται από περιόδους υψηλής οικονομικής ανάπτυξης που εναλλάσσονται με περιόδους χαμηλής οικονομικής δραστηριότητας.

Η θεωρία των κυμάτων Κοντράτιεφ διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Ρώσο οικονομολόγο Νικολάι Κοντράτιεφ το 1925 και προφανώς δεν έγινε αποδεκτή από τη σταλινική ορθοδοξία με αποτέλεσμα την εκτέλεσή του το 1938. Ορισμένοι σχολιαστές της θεωρίας του Κοντράτιεφ διαχωρίζουν αυτά τα κύματα σε τέσσερες εποχές και έχουμε έτσι ανοίξεις, καλοκαίρια, φθινόπωρα και χειμώνες Κοντράτιεφ. Υπάρχουν σήμερα διάφορες ερμηνείες των κυμάτων Κοντράτιεφ, με επικρατέστερη τη θεωρία του τεχνολογικού νεωτερισμού που υποστηρίζει ότι ορισμένες κρίσιμες τεχνολογίες οδηγούν σε τεχνολογικές επαναστάσεις, οι οποίες με τη σειρά τους αναπτύσσουν νέους βιομηχανικούς ή εμπορικούς τομείς. Το παρακάτω γράφημα περιγράφει τα κύματα και τις εποχές Κοντράτιεφ σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές επαναστάσεις των δύο τελευταίων αιώνων.

Κύματα Κοντράτιεφ από το 1800 μέχρι σήμερα. Κατά τη θεωρία βρισκόμαστε σε εποχή Υ (ύφεση, Χειμώνα Κοντράτιεφ). Πάλι κατά τη θεωρία, πρέπει να περιμένουμε μια εποχή Α (ανάκαμψη, Άνοιξη Κοντράτιεφ).
Η κυριότερη αδυναμία της θεωρίας των κυμάτων Κοντράτιεφ είναι ο “ωρολογιακός” χαρακτήρας της, που προδίδει την καταγωγή της από τις γραμμικές και μηχανιστικές καρτεσιανές αντιλήψεις του 18ου και 19ου αιώνα. Αποδίδοντας στην ανθρώπινη κοινωνία, ή έστω σε μια πολύ κρίσιμη πλευρά της, την ανθρώπινη οικονομία, τυπικές, μηχανιστικές ιδιότητες (μια τυποποιημένη επαναληπτικότητα σαν το τικ-τακ του μηχανικού ρολογιού), αδικούμε όχι μόνο την κοινωνία, αλλά τη σκέψη μας προπαντός. Παρά την εικονογραφική της αξία και τη σημερινή της βολικότητα για τους εκπροσώπους της βυθιζόμενης διεθνοτραπεζικής αυτοκρατορίας και, προπαντός, τους προπαγανδιστές τους, η θεωρία των κυμάτων Κοντράτιεφ έχει αμφισβητηθεί από πολλούς οικονομολόγους και ιστορικούς της οικονομίας. Όμως ακόμα και μεταξύ των υποστηρικτών της αρχίζει να γεννιέται η υποψία ότι τα κύματα Κοντράτιεφ, αν δεχτούμε πως πράγματι αποτελούν εγγενή συστατικά της καπιταλιστικής “ανάπτυξης”, δεν εγγυώνται κατ’ ανάγκη μια νέα επανάληψη της καπιταλιστικής τραγωδίας. Η περίπτωση του γνωστού κοινωνιολόγου και συγγραφέα Immanuel Wallerstein είναι χαρακτηριστική.

“Ο καπιταλισμός αγγίζει το τέλος του”

Τα τελευταία χρόνια, ο διάσημος καθηγητής Βάλλερστάιν του Πανεπιστημίου Γιέιλ, που λαμβάνει σοβαρά υπ’όψη στην ανάλυσή του τα κύματα Κοντράτιεφ, υποστηρίζει πως φτάνουμε στο τέλος των συγκυριακών κύκλων του καπιταλισμού. Λόγου χάρη, σε μια συνέντευξή του στη Le Monde τον Οκτώβριο του 2008 δηλώνει απερίφραστα: “Έχουμε μπει προ τριάντα ετών στην τελευταία φάση του καπιταλιστικού συστήματος”. Και εξηγεί:
" Η περίοδος καταστροφής της αξίας, που κλείνει τη φάση Β ενός κύκλου Kondratieff, διαρκεί γενικώς από δύο ώς πέντε χρόνια, πριν ικανοποιηθούν οι συνθήκες εισόδου στη φάση Α, τότε που κάποιο πραγματικό κέρδος μπορεί πάλι να εξαχθεί από τους νέους τύπους υλικής παραγωγής, που περιγράφηκαν από τον Schumpeter. Αλλά το γεγονός ότι η φάση αυτή αντιστοιχεί τώρα σε μια κρίση του συστήματος, μας αναγκάζει να εισέλθουμε σε μια περίοδο πολιτικού χάους, κατά τη διάρκεια της οποίας οι κυρίαρχοι πρωταγωνιστές, που βρίσκονται στην κορυφή των επιχειρήσεων και των κρατών της Δύσης, θα προσπαθήσουν να κάνουν οτιδήποτε είναι τεχνικώς δυνατό, για να ξαναβρούν την ισορροπία, παρότι το πιθανότερο είναι πως δεν θα κατορθώσουν να κάνουν τίποτε."

Σε μιαν άλλη συνέντευξή του στην κορεάτικη εφημερίδα Χανκυορέχ τον Ιανουάριο του 2009, ο καθηγητής περιγράφει τον μηχανισμό που οδηγεί τον καπιταλισμό καταπάνω στις Ερινύες του:
"Αυτό που θεωρώ ως θεμελιώδη κρίση του συστήματος είναι τόσο βαθύ που δεν νομίζω ότι το σύστημα θα βρίσκεται εδώ σε 20 ή 30 χρόνια από σήμερα. Θα έχει εξαφανιστεί και θα έχει αντικατασταθεί εντελώς από κάποιο άλλο είδος παγκόσμιου συστήματος. Η εξήγηση που έχω δώσει σε διάφορα κείμενά μου τα τελευταία 30 χρόνια είναι πως υπάρχουν τρία βασικά κόστη του κεφαλαίου κι αυτά είναι το κόστος προσωπικού, το κόστος πρώτων υλών και το φορολογικό κόστος. Κάθε καπιταλιστής πρέπει να πληρώνει και τα τρία αυτά πράγματα, τα οποία αυξάνονται σταθερά ως ποσοστό της τιμής στην οποία μπορείς να πουλήσεις τα προϊόντα σου. Έχουμε μάλιστα φτάσει στο σημείο όπου τα κόστη αυτά είναι τόσο μεγάλα και το ποσό της υπεραξίας που μπορείς να εξασφαλίσεις από την παραγωγή τόσο συμπιεσμένο που δεν αξίζει καν τον κόπο για τους σώφρονες καπιταλιστές. Γι’ αυτό αναζητούν εναλλακτικές. Αλλά και άλλοι άνθρωποι αναζητούν άλλες εναλλακτικές. Για να τα περιγράψω αυτά, χρησιμοποιώ ένα είδος ανάλυσης Prigogine όπου το σύστημα έχει αποκλίνει τόσο πολύ από το σημείο ισορροπίας του που δεν μπορεί πια να επανέλθει σε οποιαδήποτε ισορροπία, έστω και προσωρινά. Συνεπώς βρισκόμαστε σε μια χαοτική κατάσταση. Συνεπώς υπάρχει διακλάδωση [των ενδεχομένων εκβάσεων]. Συνεπώς υπάρχει μια θεμελιώδης σύγκρουση για το ποιά από τις δύο πιθανές εναλλακτικές πορείες θα πάρει το σύστημα – πορείες εγγενώς απρόβλεπτες, αλλά πολύ πραγματικές. Μπορεί να έχουμε ένα σύστημα καλύτερο από τον καπιταλισμό ή μπορεί να έχουμε ένα σύστημα χειρότερο από τον καπιταλισμό. Το μόνο πράγμα που δεν μπορεί να έχουμε είναι ένα καπιταλιστικό σύστημα".

Τα όρια της καπιταλιστικής ανάπτυξης

Κατά τον καθηγητή Wallerstein, αυτή τη στιγμή ο καπιταλισμός βρίσκεται βυθισμένος σε μια θανάσιμη διπλή συγκυρία: Ένα χειμώνα Κοντράτιεφ και μια ολοένα και βαθύτερη, και μη επιλύσιμη, κρίση κερδοφορίας. Πίσω από την οικονομική ορολογία του καθηγητή (παραγωγή, κέρδος, υπεραξία, κόστη), μπορούμε, νομίζω, να διακρίνουμε μια θεμελιώδη επισήμανση: Ο καπιταλισμός δεν μπορεί πλέον να αναπτυχθεί, να επαναλάβει δηλαδή έναν ακόμα κύκλο Κοντράτιεφ, καθώς έχει συναπαντήσει τα αξεπέραστα όρια της ίδιας του της φύσης – την αρνητική ή έστω τη συμπιεσμένη υπεραξία.
Ο βιομηχανισμός σαν μηχανή παραγωγής και κατανάλωσης, σαν θερμοδυναμικό σύστημα που βρίσκεται σε συνεχείς ανταλλαγές με το περιβάλλον του (εισροές πόρων και εκροές αποβλήτων), αντιμετωπίζει πλέον οξύτατες ελλείψεις φυσικών πόρων, πρώτων υλών και ορυκτών καυσίμων, ενώ η περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκαλεί έχει αγγίξει τα επίπεδα συναγερμού. Η μεταποίηση του φυσικού περιβάλλοντος του πλανήτη σε χρηστικά μη ανακυκλώσιμα στην πλειοψηφία τους αντικείμενα, καθώς και η κατασπατάληση των ορυκτών καυσίμων που επέτρεψαν την ξέφρενη λειτουργία αυτής της μηχανής, συνιστούν στην πραγματικότητα μια χωρίς προηγούμενο λεηλασία του ίδιου του φυσικού υποστρώματος της ανθρώπινης ύπαρξης.

Για όρια στην ανάπτυξη, όρια όμως με φυσικό και ποσοτικό χαρακτήρα, μιλάει τα τελευταία χρόνια και μια νέα “σχολή σκέψης” (ανώνυμη και ασύντακτη ακόμα) που δεν έχει καμιά σχέση ούτε με τη νεοκλασική οικονομική θεωρία ούτε με τη νεο-μαρξιστική ανάλυση. Πρόκειται για μια ολιστική προσέγγιση των κοινωνικών και οικονομικών φαινομένων, και κυρίως της παρούσας “καταβατικής” φάσης ενός τρόπου παραγωγής και διανομής, ζωής και πλουτισμού, σχέσεων και νοοτροπιών, που βασίζεται στην απεριόριστη και σε μεγάλο βαθμό μη αναστρέψιμη μαζική μεταποίηση της φύσης – μιλούν δηλαδή όχι απλώς για τον καπιταλισμό, αλλά για τον βιομηχανισμό (industrialism) στην ολότητά του (για να συμπεριλάβουν και τον παραπλήσιο κομμουνιστικό τρόπο μαζικής μεταποίησης). Οι ρίζες αυτής της “σχολής” θα πρέπει να αναζητηθούν στην οικολογική θεωρία, στη θεωρία των συστημάτων και στα οικονομικά της ενέργειας.

Κατά τη νέα αυτή προσέγγιση, ο βιομηχανισμός σαν μηχανή παραγωγής και κατανάλωσης, σαν θερμοδυναμικό σύστημα που βρίσκεται σε συνεχείς ανταλλαγές με το περιβάλλον του (εισροές πόρων και εκροές αποβλήτων), αντιμετωπίζει πλέον οξύτατες ελλείψεις φυσικών πόρων, πρώτων υλών και ορυκτών καυσίμων, ενώ η περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκαλεί έχει αγγίξει τα επίπεδα συναγερμού. Η μεταποίηση του φυσικού περιβάλλοντος του πλανήτη σε χρηστικά μη ανακυκλώσιμα στην πλειοψηφία τους αντικείμενα, καθώς και η κατασπατάληση των ορυκτών καυσίμων που επέτρεψαν την ξέφρενη λειτουργία αυτής της μηχανής, συνιστούν στην πραγματικότητα μια χωρίς προηγούμενο λεηλασία του ίδιου του φυσικού υποστρώματος της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο βιομηχανισμός δεν έχει πια χώρο, ενέργεια και ευκαιρίες επέκτασης. Έφτασε και ξεπέρασε τα όριά του και τώρα έχει αρχίσει η κατάρρευσή του.

Άπειρη ανάπτυξη σε έναν πεπερασμένο πλανήτη

Ο Δυτικός τριουμφαλισμός έχει στηριχθεί ακριβώς σ’αυτή την ευσεβοποθική γραμμική προβολή του παρόντος στο άπειρο. Μεταφερμένες στο οικονομικό πεδίο οι αντιλήψεις αυτές συγκροτούν τη βαθύτερη ουσία, το πνεύμα του βιομηχανισμού: Αέναη, άπειρη οικονομική ανάπτυξη, άπειρη πίστωση που υποτίθεται ότι θα εξοφληθεί σ’ ένα μακρινό αλλά σίγουρο μέλλον, άπειρη φτηνή ενέργεια για να κινηθεί ο Λεβιάθαν της συνεχώς αυξανόμενης παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και αποκομιδής των καταναλωθέντων, άπειρες πρώτες ύλες που θα μεταποιούνται επ’ άπειρον, άπειρο εργατικό δυναμικό που θα προσφέρει επ’ άπειρον όλο και φτηνότερη εργασία… Κι όλα αυτά σε ένα μικρό, πεπερασμένο πλανήτη.

Στη νεοκλασική οικονομική θεωρία όλα είναι ζήτημα τιμών. Αν ένας πόρος αρχίσει να σπανίζει, η τιμή του ανεβαίνει με αποτέλεσμα τη στροφή των παραγωγών σε άλλους, φτηνότερους πόρους. Όλα μπορούν να υποκατασταθούν: Η εργατική δύναμη από άλλη φτηνότερη εργατική δύναμη ή από αυτόματες μηχανές, η άλφα πρώτη ύλη από τη βήτα, ενώ η ασύμφορη φορολογική πολιτική ενός κράτους αποφεύγεται με τη μετακίνηση των εργοστασίων σε άλλο κράτος με ευνοϊκότερη φορολογική πολιτική. Και αν τα πράγματα ζορίζουν και αρχίζουν να εξαντλούνται οι πόροι, η πρόθυμη εργατική δύναμη ή τα φιλικά κράτη, τότε τα πράγματα διορθώνονται με ένα αδιόρατο πραξικοπηματάκι που ξαναβάζει τα πράγματα εκεί που θα ’πρεπε να είναι – αυτό δηλαδή που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα και τη Νότια Ευρώπη. Ο νεοφιλελευθερισμός και η παγκοσμιοποίηση είναι ακριβώς η αποκορύφωση αυτών των αντιλήψεων και πολιτικών. Τα πάντα είναι αναλώσιμα, υποκαταστάσιμα, εύπλαστα, ρευστά. Η έννοια της φύσης και του πεπερασμένου των φυσικών πόρων είναι τελικά άνευ σημασίας για την επικρατούσα οικονομική θεωρία, η οποία αναπτύσσεται μέσα στα πλαίσια ενός πολύ βολικού φιλοσοφικού αυτισμού με σπουδαιοφανείς λογιστικές αφαιρέσεις.

Η κυρίαρχη ακόμα οικονομική θεωρία αποτελεί την έσχατη λογική συνέπεια του Δυτικού ορθολογισμού και των δύο πυλώνων του: Των εννοιών της ανάπτυξης και της προόδου. Πουθενά σ’αυτό το ρεύμα σκέψης δεν υπάρχει ίχνος υποψίας για κάτι διαφορετικό από τη γραμμική κίνηση προς το άπειρο. Ακόμα και οι ανιχνευόμενες κυκλικές κινήσεις, όπως τα κύματα Κοντράτιεφ, θεωρούνται απλά σκαλοπάτια ή ασήμαντες ελικοειδείς λεπτομερειες στην ευθύγραμμη πορεία του Δυτικού ανθρώπου προς τη σίγουρη αποθέωση. Ο Δυτικός τριουμφαλισμός έχει στηριχθεί ακριβώς σ’αυτή την ευσεβοποθική γραμμική προβολή του παρόντος στο άπειρο. Μεταφερμένες στο οικονομικό πεδίο οι αντιλήψεις αυτές συγκροτούν τη βαθύτερη ουσία, το πνεύμα του βιομηχανισμού: Αέναη, άπειρη οικονομική ανάπτυξη, άπειρη πίστωση που υποτίθεται ότι θα εξοφληθεί σ’ ένα μακρινό αλλά σίγουρο μέλλον, άπειρη φτηνή ενέργεια για να κινηθεί ο Λεβιάθαν της συνεχώς αυξανόμενης παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και αποκομιδής των καταναλωθέντων, άπειρες πρώτες ύλες που θα μεταποιούνται επ’ άπειρον, άπειρο εργατικό δυναμικό που θα προσφέρει επ’ άπειρον όλο και φτηνότερη εργασία… Κι όλα αυτά σε ένα μικρό, πεπερασμένο πλανήτη που έχει ήδη κατακτηθεί και λεηλατηθεί και για τον οποίο ξέρουμε με μεγάλη ακρίβεια πόσες πρώτες ύλες διαθέτει ακόμα, πόσα ορυκτά καύσιμα και πόσοι άνθρωποι τον κατοικούν.

Προβάλλοντας ο βιομηχανισμός τη θεμελιακή αυτή φαντασίωση στην πραγματικότητα, κατάφερε στην ξέφρενη διαδρομή του τους δυό-τρεις τελευταίους αιώνες να εξαντλήσει ένα μεγάλο μέρος της ανθρώπινης κληρονομιάς σε αναντικατάστατους φυσικούς πόρους και να στραγγαλίσει τις ίδιες του τις δυνατότητες επιβίωσης. Αυτό που αντικρύζουμε σήμερα είναι ένας εξουθενωμένος βιομηχανισμός που οι βασικοί χειριστές του καταφεύγουν πλέον σε παίγνια χρηματοπιστωτικής απάτης για να διατηρήσουν τα όποια προνόμιά τους.

Τεράστια πολιτικά ερωτήματα

Για να επανέλθουμε στο αρχικό μας ερώτημα: Βιώνουμε έναν ακόμα χειμώνα Κοντράτιεφ; Ναι, θα μπορούσε να πει κανείς πως βιώνουμε πράγματι ένα χειμώνα Κοντράτιεφ, αλλά αυτό δεν έχει πια σημασία. Σημασία έχει ότι ο καπιταλισμός ή ακόμα καλύτερα ο βιομηχανισμός, είτε για εσωτερικούς του λόγους (αρνητική υπεραξία) είτε για εξωτερικούς, περιβαλλοντικούς λόγους (πεπερασμένες πρώτες ύλες και προπαντός ενέργεια, πεπερασμένη φέρουσα ικανότητα του πλανήτη, πεπερασμένη παθητική εργατική δύναμη), έχει φανερά μπει σε μια επιταχυνόμενη καθοδική πορεία που ενδεχομένως οδηγεί στην επικείμενη αιφνίδια κατάρρευσή του. Αν δεχτούμε πως αυτή η ανάλυση είναι ορθή, τότε γεννιούνται τεράστια πολιτικά ερωτήματα.

Και πρώτα απ’όλα, αν αυτό που αντιμετωπίζουμε είναι πράγματι η τελική κρίση του βιομηχανισμού. Εδώ όλα παίζουν και παίζονται. Ουσιαστικά μιλάμε για τέλος πολιτισμού.  Είτε καλύτερο είτε χειρότερο, αυτό που θα έρθει σίγουρα δεν θα μπορεί να περιλαμβάνει τις δύο βασικότερες παραμέτρους του βιομηχανισμού, παραμέτρους που είναι και η κύρια αιτία των σημερινών του αδιεξόδων – την ανάπτυξη και την οικονομική επέκταση. Οι κοινωνίες θα είναι έτσι υποχρεωμένες να υιοθετήσουν οικονομικά συστήματα σταθερής κατάστασης (steady state), δηλαδή συστήματα βιώσιμα μέσα στα όρια των πεπερασμένων φυσικών και κοινωνικών πόρων. Κι εδώ μπορεί να ανιχνεύσει κανείς το κεντρικό μέτωπο των επερχόμενων πολιτικών συγκρούσεων.
Έτσι, ακόμα και αν είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τις μεταβιομηχανικές κοινωνίες η υιοθέτηση ή η επιβολή ενός οικονομικού συστήματος σταθερής κατάστασης, ποιά πρωτοπόρα ή αντιδραστική ελίτ, ποιό αστικό κόμμα ή ποιά επαναστατική πρωτοπορία, ποιό δημοκρατικό κίνημα ή ποιά πραξικοπηματική χούντα θα μπορούσε ποτέ να πείσει τις επί γενιές εκπαιδευμένες για το αντίθετο μάζες να εγκαταλείψουν το βασικό όραμά τους; Και με τί κόστος;

Οι έννοιες της ανάπτυξης και της οικονομικής επέκτασης, εκτός από σημαντικά εργαλεία συσσώρευσης πλούτου και δύναμης για τις άρχουσες τάξεις τους τελευταίους δύο αιώνες, αποτέλεσαν και θαυμάσια μέσα “εξαγοράς” και ελέγχου των μαζών. Η υπόσχεση για καλύτερη ζωή, για μόρφωση και κοινωνική άνοδο ήταν το ισχυρό και αποδείξιμο κίνητρο που μπορούσαν να προσφέρουν γενναιόδωρα ώς τώρα οι πολιτικές ελίτ είτε για να διατηρούν το status quo είτε για να το ανατρέπουν. Η πρόοδος και η ανάπτυξη έχουν ουσιαστικά ανακηρυχθεί σε πανίσχυρα θρησκευτικά σύμβολα από τον άνθρωπο του ύστερου βιομηχανισμού, στη θέση της παλαιότερης υπόσχεσης του παραδείσου. Έτσι, ακόμα και αν είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τις μεταβιομηχανικές κοινωνίες η υιοθέτηση ή η επιβολή ενός οικονομικού συστήματος σταθερής κατάστασης, ποιά πρωτοπόρα ή αντιδραστική ελίτ, ποιό αστικό κόμμα ή ποιά επαναστατική πρωτοπορία, ποιό δημοκρατικό κίνημα ή ποιά πραξικοπηματική χούντα θα μπορούσε ποτέ να πείσει τις επί γενιές εκπαιδευμένες για το αντίθετο μάζες να εγκαταλείψουν το βασικό όραμά τους; Και με τί κόστος;

Αλλά ακόμα κι αν ήταν εφικτή η επιβολή ενός οικονομικού συστήματος σταθερής κατάστασης, τί θα σήμαινε αυτό πολιτικά και κοινωνικά; Κρίνοντας από το ιστορικό παρελθόν, τέτοια οικονομικά συστήματα προϋποθέτουν ή επιβάλλουν έντονες κοινωνικές διαστρωματώσεις και πολλές φορές καστοποίηση της κοινωνίας. Άραγε αποτελεί κάτι τέτοιο μια ενδεχόμενη έκβαση στις μεταβιομηχανικές κοινωνίες ή μήπως η ιστορική εμπειρία, η μνήμη της σημερινής καθολικής παιδείας και η πληροφοριακή τεχνολογία, στον βαθμό και την έκταση που θα επιζήσουν, θα ωθήσουν την κοινωνία σε εντελώς νέα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά μορφώματα;

Τα ερωτήματα είναι πολλά και καίρια και μάλλον πρέπει να τα εξετάσουμε σε χωριστό άρθρο. Μέχρι τότε, αξίζει να κλείσουμε με ένα ακόμα απόσπασμα από τη συνέντευξη του καθηγητή Wallerstein στη Monde:


"Βρισκόμαστε σε μια περίοδο, μάλλον σπάνια, κατά την οποία η κρίση κι η αδυναμία των ισχυρών αφήνουν χώρο στην ελεύθερη βούληση του κάθε άνθρωπου: Υπάρχει σήμερα ένα χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια του οποίου ο καθένας μας έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει το μέλλον μέσω της ατομικής του δράσης. Αλλά, καθώς το μέλλον αυτό θα είναι το άθροισμα ενός ανυπολόγιστου πλήθους δράσεων, είναι απολύτως αδύνατο να προβλέψουμε ποιό θα είναι το μοντέλο που τελικά θα επιβληθεί. Σε δέκα χρόνια, πιθανό να μπορούμε να δούμε τα πράγματα καθαρότερα. Σε τριάντα ή σαράντα χρόνια ένα νέο σύστημα θα αναδυθεί. Πιστεύω ότι είναι το ίδιο πιθανό να δούμε να εγκαθίσταται ένα σύστημα εκμετάλλευσης πιο βίαιο δυστυχώς από τον καπιταλισμό, ή αντίθετα να δούμε να επικρατεί ένα μοντέλο πιο δίκαιο και αναδιανεμητικό".
Αναδημοσίευση απο το website: "δηλαδή" (www.diladi.gr)
Πηγή:  http://www.diladi.gr/one-more-kondratiev-winter/

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

Λαϊκή ενότητα ή "πένθιμο σόλο" ;

Τα τελευταία γεγονότα, με τον ραγδαίο εκφασισμό της εξουσίας στην νεο-αποικιοκρατούμενη Ελλάδα και την άνοδο της Χ.Α, έφεραν ξανά στο προσκήνιο τον προβληματισμό για τις αιτίες του φαινομένου.
Εκτός των πολλών άλλων που συμβαίνουν, κομβικό είναι το γεγονός πως η ελληνική Αριστερά ή ο αντιεξουσιαστικός χώρος, σε στιγμές πρωτοφανούς κρίσης, δυσκολεύονται να προσεγγίσουν τον λαό και να ακούσουν τις αγωνίες του ή και τις αντιφάσεις του και να μιλήσουν την γλώσσα και την αντίστασή του.  Αυτό διευκολύνει την διείσδυση των ναζιστών στις λαικές και εργατικές συνοικίες, που βέβαια έχει και ένα σωρό άλλες αφετηρίες. 

Από το εξαιρετικό βιβλίο του Αντρέ Γκλυκσμάν: "Φασισμοί: Παλιός και νέος", αντιγράφουμε μια αφήγηση του Γκ. Ντιμιτρόφ (γνωστού τριτοδιεθνικού κομμουνιστή, που έμεινε στην ιστορία για την απολογία του σε δικαστήριο των Ναζί, το 1933), ο οποίος λυπάται "για τίποτ'άλλο γιατί οι φασίστες μπορούν να μιλάνε και να δρούνε με το ρυθμό των μαζών ενώ οι κομμουνιστές δεν μπορούν"

Ο Ντιμιτρόφ γεννήθηκε στις 18 Ιούνη 1882
στο χωριό Κοβατσέφτσι της περιφέρειας Ράντομιρ
της Βουλγαρίας και πέθανε στις 2 Ιούλη 1949 στη Μόσχα
"Θυμάμαι π.χ μια συγκέντρωση των ανέργων που έγινε στο Βερολίνο προτού ν'ανέβει ο Χίτλερ στην εξουσία. Γίνονταν στη στη διάρκεια της δίκης των περίφημων μαυραγοριτών και κερδοσκόπων, των αδερφών Σκλάρεκ, δίκη που διαρκούσε εδώ και πολλούς μήνες. Ο εθνικο-σοσιαλιστής ομιλητής που μίλησε σ'αυτή τη συγκέντρωση, χρησιμοποίησε αυτή τη δίκη για δημαγωγικούς σκοπούς. Ανάφερε τις κερδοσκοπίες, τη διαφθορά και τα άλλα εγκλήματα που διέπραξαν οι αδερφοί Σκλάρεκ. Υπογράμμισε ότι η δίκη που ήταν να γίνει εναντίον τους σέρνονταν εδώ και μήνες. Υπολόγισε πόσες εκατοντάδες χιλιάδες μάρκα είχε ήδη στοιχίσει αυτή η δίκη στο γερμανικό λαό και μέσα στα θερμά χειροκροτήματα των παρευρισκομένων, δήλωσε ότι έπρεπε να τουφεκιστούν χωρίς αργοπορία ληστές σαν τους Σκλάρεκ και να δοθούν στους ανέργους τα χρήματα που ξοδεύονται για τη δίκη. Τότε ένα κομμουνιστής σηκώνεται και ζητάει το λόγο (...) Όταν ο κομμουνιστής ανέβηκε στο βήμα ,όλο το συγκεντρωμένο πλήθος έστησε προσεκτικά τ'αυτί, περιμένοντας ν'ακούσει τι θα πει. Και να τι είπε: 
Σύντροφοι, λέει με σταθερή και δυνατή φωνή, η ολομέλεια της Κομμουνιστικής Διεθνούς, μόλις τελείωσε τις εργασίες της. Έδειξε το δρόμο της σωτηρίας για την εργατική τάξη. Το κύριο καθήκον που βάζει μπροστά σας είναι, σύντροφοι, η "κατάχτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης" ... Η Ολομέλεια σας καλεί ν'ανεβάσετε το κίνημα σένα ανώτερο επίπεδο.
Και ο ομιλητής συνέχισε να μιλάει με το ίδιο πνεύμα, προφανώς σίγουρος ότι "εξηγούσε" τις αυθεντικές αποφάσεις της ολομέλειας. Μπορούσε ένας τέτοιος λόγος να συγκινήσει τους ανέργους; Μπορούσαν να ικανοποιηθούν με το ότι ετοιμαζόμαστε πρώτα να τους πολιτικοποιήσουμε, έπειτα να τους επαναστατικοποιήσουμε και στη συνέχεια να τους κινητοποιήσουμε για ν'ανέβει το κίνημά τους σ'ένα ανώτερο επίπεδο; 
Καθισμένος σε μια γωνιά παρατηρούσα με πικρία πως οι παρόντες άνεργοι που θέλησαν ν'ακούσουν τον κομμουνιστή για να μάθουν απ'αυτόν τι θάπρεπε να κάνουν συγκεκριμένα, άρχισαν να χασμουριώνται και να εκδηλώνουν μια ξεκάθαρη απογοήτευση. Και δεν ξαφνιάστηκα καθόλου όταν στο τέλος ο πρόεδρος αφαίρεσε βίαια το λόγο απ'΄τον ομιλητή χωρίς καμιά διαμαρτυρία απ'τη μεριά της συγκέντρωσης..."

Και ο Γκλυσμάν προσθέτει, πως "Σήμερα η πείρα έχει διδάξει στους λαούς και στους γνήσιους κομμουνιστές τι πληρώνει κανείς όταν αφήσει τους φασίστες να τον περικυκλώσουν". 

                                                                                                                    Δ.Ν.Γ

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ

Εξαιρετική ανάλυση από τον Γιώργο Καραμπελιά και τον Γιάννη Ζήση, για το οικολογικό αδιέξοδο του δυτικού παραδείγματος της αέναης ανάπτυξης, το εναλλακτικό όραμα, τον Βανεγκέμ, την τοπικοποίηση, το νέο ριζοσπαστικό και οντολογικό πρόταγμα του 21ου αιώνα...

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

Το ανθρώπινο ήθος, μέγιστη πολιτική πράξη, στην εποχή των τεράτων!

Τριγυρνούσε στο μυαλό μου, ανάμεσα στην θλίψη και την οργή, από κείνη τη μέρα που δολοφονήθηκε ο Παύλος Φύσσας, απ'τους φασίστες. Στο περιθώριο του φονικού, οι μαρτυρίες συγκλονίζουν: 

"Ο Παύλος μας φώναξε «τρέξτε, τρέξτε». Αρχίσαμε να τρέχουμε. Ο Παύλος σταμάτησε να τρέχει για να τους καθυστερήσει και να τους απωθήσει, να μην φτάσουν σ' εμάς. Αρχίσανε να παλεύουν..." από αφήγηση φίλου του Παύλου. 

Ενώ η μητέρα του, έλεγε: "Ο γιος μου, επειδή ήταν πάντα μπροστά” λέει η μητέρα του Π. Φύσσα “είπε στους άλλους σκορπίστε στα στενά και αφήστε εμένα, θα τους πείσω να μην γίνει τίποτα."... " Έτυχε και ήταν το παιδί μου. Τον σκότωσαν γιατί προστάτευσε τους φίλους του.”.

Μπήκε μπροστά, προστάτευσε τους φίλους του, να τους απωθήσει να μην φτάσουν σ'αυτούς. Όταν η ηθική της ανθρωπιάς, της φιλίας, της εντιμότητας, είναι ενάντια στην αστική ηθική του παρασιτισμού, της εγωπάθειας, του κέρδους και της απανθρωπιάς, είναι δεδομένο πως είναι πιο ισχυρή, πιο απόλυτη, πιο "επαναστατική", γι'αυτό και περιέχει την τραγική απώλεια, καθώς το κράτος και το παρακράτος, είναι εκ των προτέρων ανήθικα. 


Ανακαλύπτοντας και διαβάζοντας και ένα κείμενο τρυφερά "ανατρεπτικό", στις κυρίαρχες νόρμες μιας παρακμιακής πραγματικότητας, ένιωσα πως μια συνωμοσία "τρυφερότητας" και ανθρωπιάς είναι το υλικό για την ανατροπή και την δημιουργία. Ενάντια στο βασίλειο του ολοκληρωτισμού και βαρβαρότητας . Το κειμενάκι είναι από το http://anthostoukakou.blogspot.gr/ 


"Η μάνα

Η μάνα έστρωσε το τραπέζι μας. Καθίσαμε όλοι μαζί μια γύρα τέσσερις ανθρώποι. Η οικογενειά μας. Δε μιλήσαμε πολύ. Όχι σήμερα. Η ψυχή μας στραβοκοιμήθηκε ψες. Τα πόδιa μας πονάνε λίγο, απ' τη διαδήλωση. Δεν καταδέχτηκε κανείς μας να λείπει. Να σήμερα όμως, το φαΐ μου φαίνεται λίγο ανάλατο. Μπα, σκέφτηκα να ξέχασε η μάνα το αλάτι  Είκοσι χρόνια δε θυμάμαι "λάθος" στο φαΐ μας. Το ραδιόφωνο έπαιζε όσο τρώγαμε. Μιλούσε με σπασμένη αλλά δυνατή φωνή ένα νέο παιδί, ο φίλος του Παύλου: "Μας έδιωξε, έμεινε πίσω να τους παλέψει, είδαν που δεν έπεφτε, γιατί ήτανε λιοντάρι, και τον μαχαιρώσανε."
Ένα χοντρό αλμυρό οργισμένο δάκρυ υπόσχεσης έφυγε κι έσταξε στο πιάτο μου. Κατάλαβα. Η μάνα ποτέ δεν κάνει λάθος..."


                                                                                                      Δ.Ν.Γ


Ο πρίγκηψ της Αναρχίας...

Ντοκουμέντο απο την κηδεία του Πιότρ Κροπότκιν

Σιδηρόδρομος, μια πονεμένη ιστορία...

 

του Γιώργου Περιβολάρη- σιδηροδρομικού τρίτης γενιάς
‘Έχουν ειπωθεί πολλά και έχουν γραφτεί ακόμα περισσότερα για το ΟΣΕ τα τελευταία χρόνια. Το κακό είναι πως η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που έγραψαν ή που μίλησαν δεν είχαν ιδέα τι πραγματικά είναι ο Σιδηρόδρομος. Απλά το θέμα προσφερόταν για σπέκουλα ή για εντυπώσεις.
Ο Σιδηρόδρομος όμως δεν είναι ένα λογιστικό μέγεθος και όσοι τον προσεγγίζουν έτσι ή έχουν άγνοια ή αναφέρονται εκ του πονηρού.
Η ιστορία της απαξίωσης του Σιδηρόδρομου ξεκινάει τις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν εκείνος ο ανεκδιήγητος υπουργός του Μητσοτάκη, ο γνωστός και μη εξαιρετέος Στ. Μάνος, ακραιφνής φιλελεύθερος, όπως και όλη η οικογένεια Μητσοτάκη και όχι μόνο, είπε εκείνο το αμίμητο «καλύτερα να στέλνω με ταξί τους επιβάτες του ΟΣΕ παρά να τον συντηρώ».
Αντί αυτός ο ανεπαρκέστατος υπουργός να σηκώσει τα μανίκια και να δουλέψει για τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση των Ελληνικών Σιδηροδρόμων, πρότεινε να κλείσουν.
Θα ήμασταν η μοναδική χώρα παγκόσμια χωρίς σιδηρόδρομο. Το πλέον οικολογικό μέσο μεταφοράς μετά το ποδήλατο.
Βέβαια αυτό δεν το έλεγε ούτε από άγνοια ούτε από ανοησία. Κάθε άλλο μάλιστα. Οπαδός, αυτός και η κυβέρνηση που συμμετείχε, στο Θατσερικό μοντέλο του νεοφιλελευθερισμού δεν εννοούσε τίποτα κάτω από τον δημόσιο έλεγχο και όλα έπρεπε να εκχωρηθούν στους ιδιώτες.
Έτσι άρχισε η απαξίωση του Σιδηρόδρομου και συνεχίστηκε με θρησκευτική ευλάβεια από τις μετέπειτα «σοσιαλιστικές» κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ μέχρι σήμερα.
Φυσικά ο ΟΣΕ δεν ήταν το μόνο θύμα.
Πριν απ’ αυτόν φρόντισαν να κλείσουν με νόμο το 1992 τις Μ.Ο.Μ.Α. (Μεικτές Ομάδες Μηχανικής Ανασυγκρότησης) που στην 35χρονη λειτουργία τους «έχτισαν» 15.000 χιλιόμετρα δρόμων στα πιο δυσπρόσιτα σημεία της Ελλάδας, 17 αεροδρόμια στις πιο άγονες περιοχές και τα νησιά, πλήθος τεχνικών έργων όπως γέφυρες, αντιπλημμυρικά έργα κ.α Έργα με παροιμιώδη αντοχή στον χρόνο, μόνο και μόνο για να λεηλατήσουν το δημόσιο χρήμα οι εργολάβοι.
Απαξίωσαν, αφού υπερχρέωσαν με την κυβερνητική κακοδιοίκηση, την Ολυμπιακή Αεροπορία και την ξεπούλησαν με εξευτελιστικό αντίτιμο.
Έκλεισαν σε μια νύχτα, το 1993, (Μητσοτάκης – Μάνος-Στεφανάκης) το κομμάτι των λεωφορειακών γραμμών του ΟΣΕ, το απόλυτα κερδοφόρο κομμάτι του Οργανισμού, με πρόσφατα ανανεωμένο στόλο με τα πλέον σύγχρονα λεωφορεία, προκειμένου να επωφεληθούν οι μεγαλομέτοχοι των ΚΤΕΛ.
Και σήμερα ξεπουλάνε στο όνομα των μνημονίων και της τρόικας όλη την Εθνική μας περιουσία εφαρμόζοντας και εγκαθιστώντας το πλέον σκληρό φιλελευθερο μοντέλο.
Θα έκλειναν και τον ΟΣΕ εδώ και χρόνια ή θα τον ξεπουλούσαν αλλά τον έσωσε μια συγκυρία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε ΕΟΚ, είχε εγκρίνει από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 εκατοντάδες δισεκατομμύρια δραχμές για την χρηματοδότηση και την ανάπτυξη του Σιδηροδρόμου ως ένα κατ’ εξοχή οικολογικό μέσο μεταφοράς.
Αυτά τα χρήματα έπρεπε να φαγωθούν χωρίς απαραίτητα να αξιοποιηθούν παραγωγικά.
Έτσι τα επόμενα χρόνια άρχισε ένα πανηγύρι με έργα «αναβάθμισης» του ΟΣΕ και αμαρτωλές προμήθειες υλικού όπως αμαξών (βαγόνια) ηλεκτρικών μηχανών (SIEMENS) χωρίς να έχουμε ολοκληρωμένο ηλεκτροκινούμενο δίκτυο.
Ξεκίνησαν τα έργα αναβάθμισης πριν 15-20 χρόνια και ακόμα δεν έχουν ολοκληρωθεί ενώ έχουν φαγωθεί δισεκατομμύρια ευρώ.
Η αναβάθμιση αυτή του σιδηροδρομικού δικτύου, που δόθηκε εξ ολοκλήρου σε εργολάβους, έγινε για ταχύτητες 180 χιλ/ώρα στον κεντρικό εθνικό άξονα ΠΑΘΕ, όταν αυτές οι ταχύτητες σε όλη την Ευρώπη θεωρούνται αστείες για εθνικό δίκτυο.
Φυσικά ακόμα και αυτή η ταχύτητα δεν μπορεί να εφαρμοστεί και τα τρένα ταξιδεύουν με 120-140 και ενίοτε 160 χλμ/ώρα.
Εδώ να τονίσουμε ότι, προκειμένου να πάρουν οι εργολάβοι τα έργα, έκλεισαν από το 1994 τα οργανωμένα εργοτάξια ανακαίνισης που λειτουργούσαν επί δεκαετίες, με τεράστια και αποκλειστική τεχνογνωσία ανακαίνιζαν και αναβάθμιζαν το δίκτυο και το σημαντικότερο χωρίς καμία έκπτωση στην ποιότητα κατασκευής. Ακόμα και σήμερα τα έργα τους αντέχουν με ανύπαρκτη πλέον συντήρηση λόγω μείωσης προσωπικού και κονδυλίων.
Τα έργα και τις ημέρες των εργολάβων τα ζούμε καθημερινά και δεν χρειάζεται να πω περισσότερα.
Αρκεί να αναφέρω για την ιστορία ότι δίνονταν εκπτώσεις που έχουν  φτάσει και το τραγικό 83%, με ότι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα κατασκευής του έργου. Βέβαια μη φανταστείτε ότι το έργο «έβγαινε» με αυτές τις εκπτώσεις. Πολλές φορές μέσα από αδιαφανείς διαδικασίες υπερβάσεων και λαθροχειριών έφταναν να στοιχίζουν ακριβότερα από τον αρχικό προϋπολογισμό. Βέβαια αυτό κανένας δεν το έλεγχε.
Επιστέγασμα όλων αυτών ήταν να υπερχρεωθεί ο ΟΣΕ με ένα απλό και μαφιόζικο τρόπο. Ενώ όλες οι Εθνικές Υποδομές (δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια) χρηματοδοτούνται από το Κράτος οι σιδηροδρομικές υποδομές χρεώθηκαν στον ΟΣΕ με αποτέλεσμα να βρεθεί με ένα τεράστιο χρέος (περίπου 10 δις ευρώ) από το οποίο το 80% περίπου αντιστοιχούσε στα έργα που θεωρητικά ήταν υποχρέωση του Κράτους.
Εκεί δόθηκε το τελειωτικό χτύπημα.
Προκειμένου να μηδενιστεί το χρέος του ΟΣΕ, που θα το επαναλάβω το μεγαλύτερο μέρος ήταν υποχρέωση του κράτους, δίκην τοκογλύφου ήρθε το κράτος και απαλλοτρίωσε όλη την ακίνητη περιουσία του (την μεγαλύτερη μετά της εκκλησίας).
Έτσι απαξιώθηκε πλήρως. Και εξαρτιόταν πλέον από τις ορέξεις της κάθε κυβέρνησης.
Ένας ακόμα Οργανισμός Κοινής Ωφέλειας πέρασε στην ιστορία αφού δρομολογείται η εκποίησή του ή το ξεπούλημα καλύτερα, με την μέθοδο του διαμελισμού του, που έχει γίνει ήδη.
Για μια φορά ακόμα ανομολόγητα συμφέροντα και νεοφιλελεύθερες πολιτικές χέρι – χέρι έκαναν τη δουλειά τους.
Αντί λοιπόν ο Σιδηρόδρομος, με τις τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης που έχει πανευρωπαϊκά, να επεκτείνει το δίκτυο, να λειτουργήσουν προαστιακές γραμμές, να γίνει ένα σύγχρονο οικολογικό μέσο μαζικής μεταφοράς αλλά και μοχλός ανάπτυξης όπως λειτουργεί σε όλη την Ευρώπη, υποτάχτηκε από την μια στις ορέξεις και τα μικροσυμφέροντα, και από την άλλη στο καταστροφικό φιλελεύθερο μοντέλο της Θάτσερ που όλοι βλέπουμε σήμερα τις καταστροφικές του συνέπειες.

Πηγή: http://ardin-rixi.gr/archives/14665